ΔΕΗ: Πώς προχωρούν τα έργα για την πράσινη μετάβαση της Δυτικής Μακεδονίας


Το παζλ του μετασχηματισμού της Δυτικής Μακεδονίας αρχίζει να αποκτά σαφή μορφή, καθώς οι επενδύσεις της ΔΕΗ περνούν από το επίπεδο του σχεδιασμού στη φάση της υλοποίησης. Με επίκεντρο τα πρώην λιγνιτικά πεδία, ο όμιλος ενεργοποιεί ένα εκτεταμένο πρόγραμμα έργων που συνδυάζει αποθήκευση ενέργειας, τεχνολογίες αιχμής, υποδομές σταθερότητας και παραγωγή ηλεκτρικής και θερμικής ενέργειας από απορριμματογενή καύσιμα.
Το χρονοδιάγραμμα έχει ήδη ενεργοποιηθεί αφού σύμφωνα με πληροφορίες του energygame.gr η πορεία του αντλησιοταμιευτικού έργου στην Καρδιά βρίσκεται ήδη σε προχωρημένο στάδιο μελετών. Το 2025 προγραμματίζεται η συμβασιοποίησή του, ώστε εντός του 2026 να ξεκινήσει η αποξήλωση των παλαιών υποδομών και η προετοιμασία για την εγκατάσταση των νέων. Αρχές του 2027 αναμένεται να ξεκινήσει η φάση της κατασκευής, με την εκκίνηση των τεχνικών εργασιών. «Βρισκόμαστε στη φάση ολοκλήρωσης των μελετών. Μέσα στη χρονιά θα οριστικοποιηθεί η τεχνολογική επιλογή, ενώ θα ακολουθήσει ένας χρόνος optimization, ώστε το έργο να ξεκινήσει στις αρχές του 2027», επισημαίνει πρόσωπο με γνώση του σχεδιασμού. Η μονάδα θα υλοποιηθεί πίσω από τον παλιό σταθμό της Καρδιάς, στο σημείο των πύργων ψύξης. Βασικός στόχος είναι να τρέξουν όσο πιο γρήγορα γίνεται οι αδειοδοτικές διαδικασίες και να ξεπεραστούν αδειοδοτικά κωλύματα.
Σημειώνεται πως η ΔΕΗ θα επενδύσει και 940 εκατ. ευρώ σε έργα αποθήκευσης ενέργειας ισχύος 860 MW. Στην Καρδιά το νέο έργο ύψους 430 εκατ. ευρώ θα έχει δυναμικότητα παραγωγής 320 MW για 8 ώρες, ενώ εκείνο του Νοτίου Πεδίου, προϋπολογισμού 310 εκατ. ευρώ, θα έχει δυναμικότητα παραγωγής 240 MW για 12 ώρες. Τα έργα αντλησιοταμίευσης αντισταθμίζουν τη στοχαστικότητα των ΑΠΕ και συμβάλλουν στη σωστή κατανομή της παραγόμενης ενέργειας μέσα στην ημέρα.
Στο πεδίο των υποδομών ευστάθειας, η ΔΕΗ προχωρά με την ανακατασκευή των παλαιών γεννητριών των Μονάδων 3 και 4 του ΑΗΣ Καρδιάς σε σύγχρονους πυκνωτές, οι οποίοι θα προσφέρουν κρίσιμες υπηρεσίες για τη ρύθμιση της τάσης και τη στατική ευστάθεια του συστήματος υπερυψηλής τάσης. Οι παλαιές γεννήτριες των μονάδων «Καρδιά ΙΙΙ» και «Καρδιά IV» του ΑΗΣ θα μετατραπούν σε σύγχρονους πυκνωτές και θα συμβάλλουν σημαντικά στη σταθεροποίηση του ηλεκτρικού συστήματος. Πληροφορίες του energygame.gr αναφέρουν πως το έργο βρίσκεται σε πλήρη τεχνική ωριμότητα από πλευράς της ΔΕΗ, η οποία έχει ολοκληρώσει τον σχετικό φάκελο και αναμένει την προκήρυξη του διαγωνισμού από τον ΑΔΜΗΕ για την παροχή της υπηρεσίας. «Οι μελέτες ολοκληρώνονται και έχει κλειδώσει η κατάλληλη τεχνολογία», τονίζουν πηγές. Το πρόσφατο μπλακ άουτ στην Ιβηρική χερσόνησο ανέδειξε με δραματικό τρόπο την ανάγκη ενίσχυσης της αδράνειας στα ηλεκτρικά συστήματα με υψηλή διείσδυση ΑΠΕ, καθιστώντας ακόμη πιο επιτακτική την αξιοποίηση λύσεων όπως οι σύγχρονοι πυκνωτές, που μπορούν να προσδώσουν σταθερότητα, ρυθμίζοντας τη συχνότητα και την τάση του δικτύου υπερυψηλής τάσης σε κρίσιμες στιγμές αποσταθεροποίησης.
Σε πλήρη εξέλιξη βρίσκονται και τα έργα ΑΠΕ στην περιοχή της Καρδιάς, με τα φωτοβολταϊκά πάρκα που έχουν αδειοδοτηθεί να προχωρούν κανονικά και τους υποσταθμούς να κατασκευάζονται ήδη στις καθορισμένες θέσεις. Το επενδυτικό πλέγμα που αναπτύσσεται γύρω από τον πρώην λιγνιτικό σταθμό αποτελεί κομβικό τμήμα του νέου χαρτοφυλακίου της ΔΕΗ στην περιοχή και συμπληρώνεται από κρίσιμες υποδομές.
Η περιοχή μετατρέπεται σε βασικό πυλώνα παραγωγής «πράσινης ενέργειας» για τη χώρα. Εκεί όπου επί 70 χρόνια παραγόταν ηλεκτρισμός από λιγνίτη, δρομολογείται πλέον η ανάπτυξη δεκάδων μικρών και μεγάλων έργων ΑΠΕ, που σηματοδοτούν την επόμενη μέρα για το ενεργειακό μείγμα. Μάλιστα, το επενδυτικό πλάνο του Ομίλου περιλαμβάνει φωτοβολταϊκά πάρκα συνολικής ισχύος 2.130 MW, τα οποία κατασκευάζονται εντός των παλαιών λιγνιτικών πεδίων, με συνολικό προϋπολογισμό που αγγίζει τα 1,2 δισ. ευρώ. Η ενέργεια που θα παράγεται μπορεί να καλύψει τις ετήσιες ανάγκες περισσότερων από 700.000 νοικοκυριών και επιχειρήσεων, καθιστώντας τη Δυτική Μακεδονία κεντρικό κρίκο στην αλυσίδα του εθνικού στόχου για την αύξηση της συμμετοχής των ΑΠΕ στο ενεργειακό ισοζύγιο.
Παραγωγή ενέργειας και από τα σκουπίδια στη Δυτική Μακεδονία
Στην αιχμή των νέων τεχνολογικών εφαρμογών που μελετά η ΔΕΗ για τη μεταλιγνιτική Δυτική Μακεδονία εντάσσεται και η ανάπτυξη μονάδας θερμικής επεξεργασίας απορριμμάτων (Waste-to-Energy), προϋπολογισμού 300 εκατ. ευρώ, με στόχο την παραγωγή ηλεκτρικής και θερμικής ενέργειας από δευτερογενή καύσιμα. Το έργο σχεδιάζεται να χωροθετηθεί στον χώρο των παλαιών λιγνιτωρυχείων και προβλέπεται να διαθέτει γεννήτρια ισχύος περίπου 38 MW, εξοπλισμένη με αντιρρυπαντική τεχνολογία τελευταίας γενιάς, κατάλληλη για τη συμμόρφωση με τα πιο αυστηρά ευρωπαϊκά πρότυπα εκπομπών.
Σύμφωνα με τον τεχνικό σχεδιασμό, η μονάδα θα μπορεί να επεξεργάζεται 280.000 έως 300.000 τόνους αποβλήτων ετησίως, χρησιμοποιώντας ως πρώτη ύλη SRF/RDF καύσιμα με θερμογόνο δύναμη 8–11 MJ/kg, ενώ η εγκατεστημένη δυναμικότητα της εγκατάστασης εκτιμάται μεταξύ 35 και 38 MW. Παράλληλα με την ηλεκτροπαραγωγή, η μονάδα θα αποδίδει και 240.000–250.000 MWh θερμικής ενέργειας ετησίως, καλύπτοντας σχεδόν το 40% των αναγκών τηλεθέρμανσης του Δήμου Εορδαίας, όπου η συνολική ετήσια ζήτηση φτάνει τις 640.000 MWh.
Η γεωγραφική θέση του έργου χαρακτηρίζεται στρατηγικής σημασίας, καθώς μπορεί να εξυπηρετήσει τη μεταφορά αποβλήτων από τη Βόρεια Ελλάδα, την Ήπειρο και τη Θεσσαλία, ενώ ταυτόχρονα συνδέεται άμεσα με τις τοπικές ανάγκες θερμικής ενέργειας. Η ΔΕΗ έχει ήδη ξεκινήσει την ωρίμανση του έργου ανεξάρτητα από τον εθνικό σχεδιασμό, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο να διεκδικήσει και άλλα αντίστοιχα έργα στο μέλλον, στο πλαίσιο της εθνικής πολιτικής για την ενεργειακή αξιοποίηση απορριμμάτων.
Έως τα τέλη του 2025 εκτιμάται ότι θα έχει υποβληθεί η Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων στο ΥΠΕΝ, ώστε να ξεκινήσει η αδειοδοτική διαδικασία. Ιδιαίτερη σημασία αποδίδεται στην κοινωνική αποδοχή του έργου, καθώς —παρά τη συμμόρφωση με τις ευρωπαϊκές προδιαγραφές— εξακολουθεί να υπάρχει επιφυλακτικότητα στην Ελλάδα απέναντι στην τεχνολογία ενεργειακής αξιοποίησης αποβλήτων.
Όπως επισημαίνεται, η νέα μονάδα φιλοδοξεί να εξυπηρετήσει τρεις κρίσιμους στόχους: να συμβάλει στη μείωση της ταφής απορριμμάτων, να διασφαλίσει τη βιωσιμότητα των υποδομών τηλεθέρμανσης και να αποτελέσει πιλότο για ένα νέο μοντέλο ενεργειακής και περιβαλλοντικής ανάπτυξης σε εθνικό επίπεδο.
Σημαντική τομή στον ενεργειακό σχεδιασμό της ΔΕΗ για τη Δυτική Μακεδονία αποτελεί και η μετάβαση της λιγνιτικής μονάδας «Πτολεμαΐδα 5» σε φυσικό αέριο. Η νέα μονάδα, που σήμερα λειτουργεί σε λιγότερο από τη μισή της δυναμικότητα, πρόκειται να σταματήσει οριστικά τη χρήση λιγνίτη το 2026, ολοκληρώνοντας τον κύκλο λειτουργίας της ως το τελευταίο μεγάλο λιγνιτικό έργο στην Ελλάδα.
Η εγκατάσταση θα μετατραπεί έως το τέλος του 2027 σε μονάδα φυσικού αερίου ανοικτού κύκλου (OCGT), ισχύος 350 MW, με εκτιμώμενο κόστος περίπου 400 εκατ. ευρώ. Ο σχεδιασμός προβλέπει μελλοντική αναβάθμιση της μονάδας σε συνδυασμένο κύκλο (CCGT), συνολικής ισχύος περίπου 500 MW, εφόσον προχωρήσει η επενδυτική απόφαση για την εγκατάσταση υπερσύγχρονου Data Center στην περιοχή.
Τα έργα που δρομολογούνται στη Δυτική Μακεδονία μεταφέρουν τη ΔΕΗ αλλά και την περιοχή στην «επόμενη μέρα» της ενεργειακής της ταυτότητας. Η περιοχή, που επί δεκαετίες ταυτίστηκε με τον λιγνίτη, μετατρέπεται σταδιακά σε ενεργειακό πεδίο υψηλής τεχνολογίας και σταθερότητας – και η μετάβαση αυτή, πλέον, περνάει στη φάση της υλοποίηση.
www.energygame.gr