Τον …μίτο της Αριάδνης που θα τους οδηγήσει στην εξασφάλιση θέρμανσης για τον φετινό χειμώνα αναζητούν οι δήμοι Κοζάνης και Εορδαίας, το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) και η ΔΕΗ.
Οι διαβουλεύσεις το τελευταίο διάστημα έχουν πυκνώσει με τον χρόνο να μετρά αντίστροφα για την έναρξη την ερχόμενη Τρίτη της περιόδου τηλεθέρμανσης, δίχως όμως να έχει βγει λευκός καπνός.
Τα χρέη στη ΔΕΗ
Ωστόσο, το πρόβλημα δεν μπορεί να λυθεί με κάποιο …μαγικό τρόπο καθώς το «αγκάθι» αφορά τα τρέχοντα χρέη προς τη ΔΕΗ, ύψους 125 εκατ. ευρώ, τα οποία οφείλουν οι δημοτικές επιχειρήσεις Τηλεθέρμανσης Πτολεμαΐδας (ΔΕΤΗΠ ) και Ύδρευσης και Αποχέτευσης Κοζάνης (ΔΕΥΑΚ) .
Το ζητούμενο είναι το ποιος θα βάλει το χέρι στην τσέπη, με τις δύο δημοτικές εταιρείες να δηλώνουν αδυναμία εξόφλησης των χρωστούμενων που φτάνουν περίπου στα 105 εκατ. ευρώ για τη ΔΕΤΗΠ και τα 25 εκατ. ευρώ για τη ΔΕΥΑΚ.
Μοίρασμα του χρέους στα τρία
Έτσι, η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ, σύμφωνα με πληροφορίες έχει προτείνει, σε συμφωνία με τη ΔΕΗ, να συμφωνηθεί ένα ισόποσο μοίρασμα του χρέους μεταξύ των δήμων, του Δημοσίου και της ΔΕΗ, ωστόσο οι δήμαρχοι δεν έχουν ακόμη κάνει δεκτή την πρόταση, συνεχίζοντας ένα σκληρό bras de fer στο παρά πέντε της χειμερινής περιόδου. Μάλιστα, στέλεχος του υπουργείου, επισημαίνει ότι εάν δεν βρεθεί λύση έως την ερχόμενη Δευτέρα, θα πρέπει ο γόρδιος δεσμός να λυθεί με κάποια ρύθμιση.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα πάντως το έχει η Κοζάνη, της οποίας το σύστημα τηλεθέρμανσης είναι το μόνο που εξακολουθεί να βασίζεται στην παραγωγή θερμικής ενέργειας από τις λιγνιτικές μονάδες του Αγίου Δημητρίου της ΔΕΗ.
Όσο για την τροφοδοσία της τηλεθέρμανσης Πτολεμαΐδας από τον χειμώνα 2021-2022 (οπότε είχαν αποσυρθεί οι τελευταίες λιγνιτικές μονάδες της Καρδιάς) έως σήμερα, το δίκτυο της ΔΕΤΗΠ βασίζεται στην παραγωγή θερμότητας με χρήση ηλεκτρικής ενέργειας μέσω δύο ηλεκτρικών λεβήτων συνολικής ισχύος 80 MWth.
Σε αδιέξοδο το μέλλον της τηλεθέρμανσης
Πάντως, τέσσερα χρόνια από τον αρχικό σχεδιασμό για τη μετάβαση της θέρμανσης και της τηλεθέρμανσης στο αέριο, οι λιγνιτικές πόλεις της χώρας εξακολουθούν να βρίσκονται σε αδιέξοδο.
Σύμφωνα με τους μελετητές του Green Tank που ανέλυσαν το ιστορικό και το κόστος του υφιστάμενου σχεδιασμού που βασίζεται εξ ολοκλήρου στο αέριο, είναι οι σημαντικές διεθνείς εξελίξεις που καθιστούν τις νέες υποδομές αερίου όχι μόνο κλιματικά επιζήμιες, αλλά και οικονομικά μη βιώσιμες. Και είναι ο λόγος που κυβέρνηση, τοπική αυτοδιοίκηση και ΔΕΗ αδυνατούν να συμφωνήσουν για το μέλλον της τηλεθέρμανσης στην περιοχή.
Σύμφωνα με την ανάλυση το συνολικό κόστος των υποέργων που σχεδιάζονται αγγίζει τα 420 εκατ. ευρώ. «Κρίσιμα υποέργα όπως η διασύνδεση της τηλεθέρμανσης Κοζάνης με το ενιαίο δίκτυο τηλεθερμάνσεων, η νέα μονάδα ΣΗΘΥΑ αερίου που θα κατασκεύαζε η ΔΕΗ και η διασύνδεση της τηλεθέρμανσης Αμυνταίου, συνολικού κόστους 176 εκατ. ευρώ δεν έχουν ξεκινήσει ακόμα», επισημαίνεται στη μελέτη, υπογραμμίζοντας ότι το κόστος λειτουργίας αυτών των συστημάτων θα κινείται ανοδικά λόγω της εξάρτησης από το ρυπογόνο και ακριβό αέριο, επιβαρύνοντας όχι μόνο τις λιγνιτικές πόλεις, αλλά και το σύνολο των καταναλωτών της χώρας.
Συμφωνία αλλά με χαμηλότερη τιμολόγηση
Δεν είναι τυχαίο, ότι οι δημοτικοί άρχοντες της Δυτικής Μακεδονίας δεν συμφωνούν με την πρόταση διαμοιρασμού των 125 εκατ. ευρώ, εάν δεν υπάρξει παράλληλα συμφωνία τόσο για χαμηλότερη τιμολόγηση της θερμικής ενέργειας για τα επόμενα τρία έτη, αλλά και για τα επόμενα χρόνια, δηλαδή μετά το 2028, όταν υπολογίζεται ότι θα έχουν κατασκευαστεί και θα λειτουργούν η νέα μονάδα ΣΗΘΥΑ αερίου και οι υπόλοιπες υποδομές.
Άλλωστε, η έκθεση επισημαίνει σημαντικές καθυστερήσεις σε υπό κατασκευή έργα σε όλες τις λιγνιτικές πόλεις της χώρας. Πιο συγκεκριμένα, η ολοκλήρωση του αγωγού μεταφοράς αερίου στη Δυτική Μακεδονία, που εγκαινιάστηκε στις αρχές του 2023 από τον ΔΕΣΦΑ, φαίνεται ότι μετατίθεται από το τέλος του 2024 στα μέσα του 2025. Σε ό,τι αφορά στο νέο δίκτυο αερίου στη Φλώρινα, αναμένεται να ολοκληρωθεί τον Δεκέμβριο του 2025. Στον Δήμο Μεγαλόπολης έχει ολοκληρωθεί η κατασκευή 3.782 μέτρων δικτύου μέσης πίεσης και 30.341 μέτρων δικτύων χαμηλής πίεσης∙ ωστόσο εκκρεμούν επιπλέον 5.589 μέτρα δικτύου χαμηλής πίεσης τα οποία προβλέπεται να κατασκευαστούν έως το 2027 .
Την ίδια ώρα στην Ευρώπη για τη θέρμανση και τα συστήματα τηλεθέρμανσης προκρίνονται λύσεις που βασίζονται στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, με τη Δανία, τη Λετονία και την Ουγγαρία να δίνουν ήδη καλά παραδείγματα, ενώ και για την τηλεθέρμανση των λιγνιτικών περιοχών της Ελλάδας έχουν ήδη κατατεθεί αντίστοιχες προτάσεις που βασίζονται στις ΑΠΕ.
«Ο ριζικός επανασχεδιασμός για τη θέρμανση και την τηλεθέρμανση των λιγνιτικών περιοχών είναι απαραίτητος και αμιγώς ζήτημα πολιτικής βούλησης», υπογραμμίζει ο αναλυτής ενεργειακής πολιτικής και συνιδρυτής του Green Tank κ. Νίκος Μάντζαρης. Και καταλήγει: «Η αξιοποίηση των διαθέσιμων τεχνολογιών ΑΠΕ, η τεχνικο-οικονομική τεκμηρίωση και η διαβούλευση με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς αποτελούν τη μόνη ασφαλή και μακροπρόθεσμα βιώσιμη λύση στο σημερινό αδιέξοδο».
www.ot.gr